Υπάρχει ένας παλιός γιαπωνέζικος θρύλος που θέλει κάποιο μεγάλο σαμουράι να ζητά
να πάρει απάντηση σε ένα μεγάλο ερώτημα, αλλά όσο κι αν έψαξε δεν βρήκε κανένα να του τη δώσει.
Έμαθε όμως από τους ντόπιους της περιοχής του, για κάποιο σοφό γέροντα που ζούσε απομονωμένος μέσα στην ηρεμία της φύσης, και αποφάσισε να πάει να τον συναντήσει μήπως και μπορούσε να του δώσει την απάντηση που έψαχνε.
Έμαθε όμως από τους ντόπιους της περιοχής του, για κάποιο σοφό γέροντα που ζούσε απομονωμένος μέσα στην ηρεμία της φύσης, και αποφάσισε να πάει να τον συναντήσει μήπως και μπορούσε να του δώσει την απάντηση που έψαχνε.
Ταξίδεψε αρκετά, για φτάσει στο ησυχαστήριο του σοφού δασκάλου που βρισκόταν χτισμένο στην κορυφή ενός ψηλού βουνού της Ιαπωνίας. Όταν έφτασε, χαιρέτησε το σοφό και του έθεσε το ερώτημά που τον βασάνιζε. Του ζήτησε να του εξηγήσει τις έννοιες του παραδείσου και της κολάσεως.
Τότε συνέβη κάτι που ο σαμουράι δεν περίμενε. Ο δάσκαλος του απάντησε με περιφρόνηση:
“Δεν είσαι παρά ένας τιποτένιος αγροίκος και απαιτείς τέτοια γνώση ; Δεν μπορώ να χάνω τον καιρό μου με τους ομοίους σου!”
“Δεν είσαι παρά ένας τιποτένιος αγροίκος και απαιτείς τέτοια γνώση ; Δεν μπορώ να χάνω τον καιρό μου με τους ομοίους σου!”
Με θιγμένο τον εγωισμό του, ο σαμουράι τράβηξε οργισμένος το σπαθί του από το θηκάρι ουρλιάζοντας: “Θα μπορούσα να σε σκοτώσω για την μεγάλη αναίδειά σου”.
“Αυτό”, είπε ήρεμα ο γέροντας, “είναι η κόλαση”.
Ξαφνιασμένος και αναγνωρίζοντας την μεγάλη αλήθεια που του έλεγε ο δάσκαλος σχετικά με την οργή που τον είχε κυριέψει, ο σαμουράι ηρέμησε, έβαλε σπαθί στο θηκάρι και υποκλίθηκε, ευχαριστώντας το γέροντα για τη βαθιά του γνώση.
“Και αυτό”, του είπε ο σοφός γέροντας, “είναι ο παράδεισος”.”Τώρα ξέρεις το μυστικό, πήγαινε και να θυμάσαι πως και τα δύο τα έχεις μέσα σου, εσύ επιλέγεις τι θα εκπέμπεις