Η υποβολή των ηλεκτρονικών δηλώσεων πόθεν έσχες για όλους τους υπόχρεους προς υποβολή αποφασίστηκε πως είναι παράνομη και αντισυνταγματική σήμερα, μετά την απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Η σχετική υπουργική απόφαση είναι μη νόμιμη και πολλές διατάξεις της αντισυνταγματικές, με αποτέλεσμα να χρειάζεται να εκδοθεί νέα που θα είναι προσαρμοσμένη στην απόφαση του ΣτΕ.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, σε σημερινή έκτακτη συνεδρίασή της, και, τέσσερις μέρες πριν την λήξη της προθεσμίας υποβολής των δηλώσεων πόθεν έσχες για το 2016, δημοσίευσε την υπ’ αριθμ. 2649/2017 απόφαση των 70 σελίδων, με την οποία έκρινε ότι είναι αντισυνταγματική και παράνομη η από13.10.2016 υπουργική απόφαση, που καθορίζει τον «τύπο και περιεχόμενο της δήλωσης περιουσιακής κατάστασης (Δ.Π.Κ.) και της δήλωσης οικονομικών συμφερόντων (Δ.Ο.Σ.) και τον ηλεκτρονικό τρόπο υποβολής των δηλώσεων αυτών».
Πέρα από αυτό, όμως, η Ολομέλεια του ΣτΕ έκανε ένα ακόμη βήμα και έκρινε πολλές διατάξεις της υπουργικής απόφασης αντισυνταγματικές και κατά συνέπεια ανυπόστατες.
Η Ολομέλεια του ΣτΕ, με πρόεδρο τον Νικόλαο Σακελλαρίου και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Δημήτρη Σκαλτσούνη, έκανε δεκτή την αίτηση ακύρωσης όλων των δικαστικών Ενώσεων.
Η μη νομιμότητα της επίμαχης απόφασης των υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών (1846οικ./13.10.2016) ανάγεται στο γεγονός ότι δεν δημοσιεύθηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (δηλαδή δεν απέκτησαν νόμιμη υπόσταση) οι παραμετρικές τιμές και οι οδηγίες συμπλήρωσης πεδίων των Δ.Π.Κ. και Δ.Ο.Σ., που περιλαμβάνονται στην ηλεκτρονική εφαρμογή «πόθεν έσχες», με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος νομιμότητας των ουσιωδών αυτών στοιχείων της.
Όμως, οι σύμβουλοι Επικρατείας, λόγω της σπουδαιότητας των ζητημάτων που τέθηκαν , προχώρησαν στην εξέταση των λόγων ακυρώσεως που προέβαλαν οι δικαστικές Ενώσεις, επί της επίμαχης υπουργικής απόφασης.
Έτσι, κρίθηκε αντισυνταγματική (αντίθετη στα άρθρα 5 παρ. 1, 9 παρ. 1 και 9Α του Συντάγματος, καθώς και στην αρχή της αναλογικότητας, άρθρο 25 παρ. 1 εδ. δ΄ του Συντάγματος), η διάταξη εκείνη που προβλέπει για όλους τους υπόχρεους υποβολής δηλώσεων πόθεν έσχες, την υποχρέωση να συμπεριληφθούν στη Δ.Π.Κ., ποσά σε μετρητά που υπερβαίνουν τα 15.000 ευρώ και φυλάσσονται εκτός πιστωτικών ιδρυμάτων (Τραπεζών) ή εντός θυρίδων, καθώς και κινητά περιουσιακά στοιχεία, των οποίων η αξία υπερβαίνει τα 30.000 ευρώ.
Ακόμη, οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν ότι η παράλειψη της υπουργικής απόφασης να προβλέψει εύλογο χρονικό περιορισμό (που δεν μπορεί να υπερβεί την πενταετία) για τη διενέργεια και ολοκλήρωση του ελέγχου, καθώς και για τη διατήρηση των προσωπικών δεδομένων των υπόχρεων αντίκεινται στην κατοχυρωμένη συνταγματικώς αρχή της ασφάλειας του δικαίου και στη δυνατότητα διατήρησης των προσωπικών δεδομένων μόνο για όσο χρονικό διάστημα είναι απαραίτητο για τις ανάγκες της επεξεργασίας.
Με άλλα λόγια, είναι πενταετής η παραγραφή ελέγχου των δηλώσεων πόθεν έσχες.
Ναι μεν οι προβλεπόμενες ποινικές κυρώσεις δεν παραβιάζουν την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, εν όψει και του σκοπού δημόσιου συμφέροντος για τον οποίο θεσπίστηκε ο έλεγχος της περιουσιακής κατάστασης, αλλά το όργανο ελέγχου οφείλει (σύμφωνα και με την συνταγματική αρχή της προηγούμενης ακρόασης), να καλεί προηγουμένως τον ελεγχόμενο προς παροχή διευκρινίσεων.
Παράλληλα, εν όψει της σοβαρότητας των απειλουμένων κυρώσεων, οι δημόσιες υπηρεσίες οφείλουν να διαμορφώσουν τη διαδικτυακή εφαρμογή, κατά τρόπο ώστε να μην καθίσταται αδύνατη ή ιδιαιτέρως δυσχερής η υποβολή δήλωσης μέσω της χρήσης του ηλεκτρονικού συστήματος από τον μέσο χρήστη. Δηλαδή, να απλοποιηθεί ο τρόπος ηλεκτρονικής κατάθεσης των δηλώσεων πόθεν έσχες.
Ως προς τις δηλώσεις των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών, το ΣτΕ, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο έλεγχος της περιουσιακής κατάστασης αυτών συνδέεται άμεσα με την εκπλήρωση του υπηρεσιακού τους καθήκοντος και πρέπει να διενεργείται κατά τρόπο, ώστε να διασφαλίζεται η συνταγματικώς επιβαλλόμενη ανεξαρτησία αυτών έναντι των οργάνων των δύο άλλων λειτουργιών, κατέληξε στο ότι το επιφορτισμένο με τον έλεγχο όργανο πρέπει να συγκροτείται, τουλάχιστον κατά πλειοψηφία, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου του, από ανώτατους τακτικούς δικαστές, μέλη των τριών Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας.
Κρίθηκε εξάλλου ότι η καθιέρωση υποχρεωτικού ελέγχου των δηλώσεων των δικαστικών λειτουργών που υπηρετούν σε Ανώτατο Δικαστήριο, και όχι δειγματοληπτικού όπως ισχύει για όλους τους υπόλοιπους δικαστικούς λειτουργούς, αποτελεί μέτρο απρόσφορο προς επίτευξη του επιδιωκόμενου με το νόμο σκοπού.
Τέλος, αναφορικά με την ασφάλεια του πληροφοριακού συστήματος «πόθεν έσχες», το ΣτΕ απέρριψε σχετικό λόγο ακυρώσεως, με το σκεπτικό ότι η διοίκηση έχει λάβει ικανά μέτρα, προκειμένου να ελαχιστοποιήσει τους κινδύνους επέμβασης τρίτων σε αυτό και διαρροής των δεδομένων.